7/3/25

Αγαπημένη μου Τάσος Λειβαδίτης

 Δος μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.

Σ’ έβρισκα, αγαπημένη,

στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων.

Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου

είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου αγαπημένη μου.

Ύστερα έρχόταν η βροχή.

Mα έγραφα σ’ όλα μας τα χνωτισμένα τζάμια τ’ όνομα σου

κι έτσι είχε ξαστεριά στη κάμαρά μας.

Kράταγα τα χέρια σου

κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη.

Tα μαλλιά σου είναι μαύρα όπως μια νύχτα,

στο στόμα σου ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη…


Oλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο αγάπη μου,

τότε που μου χαμογελούσες.

Στην πιό μικρή στιγμή μαζί σου,

έζησα όλη τη ζωή.


Hξερες να δίνεσαι, αγάπη μου.

Δινόσουνα ολάκερη

και δεν κράταγες για τον εαυτό σου

παρά μόνο την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί.

Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα.

Kαι τότε όλα τα βράδια κι όλα τα τραγούδια

θάναι δικά μας.


Θά ’θελα να φωνάξω τ’ όνομά σου,

αγάπη μου, μ’ όλη μου τη δύναμη.

Nα το φωνάξω τόσο δυνατά

που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο

καμιά ελπίδα πια να μην πεθάνει.

Ναι, αγαπημένη μου, πολύ πριν να σε συναντήσω

εγώ σε περίμενα. Πάντοτε σε περίμενα…


Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά-θυμάσαι;-

μου άπλωσες τα χέρια σου τόσο τρυφερά

σα να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια

με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου

είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου,

αγαπημένη μου…

Αγαπημένη, σου χρωστάω κάτι πιο πολύ απ’ τον έρωτα

εγώ σου χρωστάω το τραγούδι και την ελπίδα, τα δάκρυα

και πάλι την ελπίδα.


Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή.

Θα’ θελα να φωνάξω το όνομά σου, αγάπη, μ’ όλη μου τη δύναμη.

Να τ’ ακούσουν οι χτίστες απ’ τις σκαλωσιές

και να φιλιούνται με τον ήλιο

να το μάθουν στα καράβια οι θερμαστές

και ν’ ανασάνουν όλα τα τριαντάφυλλα

να τ’ ακούσει η άνοιξη και να ‘ρχεται πιο γρήγορα

να το μάθουν τα παιδιά για να μη φοβούνται το σκοτάδι,

να το λένε τα καλάμια στις ακροποταμιές,

τα τρυγόνια στους φράχτες…

Να το φωνάξω τόσο δυνατά

που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο

καμιά ελπίδα πια να μην πεθάνει.


Να τα’ ακούσει ο χρόνος και να μη σ’ αγγίξει, αγάπη μου,

ποτέ.

… Μες στην αγάπη μας είναι ένα δροσερό κλωνάρι

ένα σπουργίτι

μια φυσαρμόνικα…


Καλημέρα γειτόνισσες

να και κει, αγάπη μου,

εκεί στη γωνιά,

κοίταξε την άνοιξη που έρχεται

κοίταξε αυτά τα παλικάρια που γνέφουνε με τα δρεπάνια

και τα κορίτσια πίσω τους που δένουν σε δεμάτια τις ακτίνες του ήλιου

κοίταξε μας γνέφουν. Όλα μας γνέφουν.

Καλημέρα.

Καλημέρα όλα εσείς κοντινά και μακρινά μου αδέρφια.

Ελάτε να σας γνωρίσω την αγαπημένη μου.

Πέστε μου, δεν είναι όμορφη;

Σαν τη ζωή και το τραγούδι, αδέρφια μου, την αγαπάω.

Και πιο πολύ.

Καλημέρα ουρανέ, καλημέρα ήλιε, καλημέρα άνοιξη.

Ελάτε λοιπόν να σας γνωρίσω την αγαπημένη μου.

Καλημέρα ευτυχία.


Δώσ’ μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.

Σ’ όλους τους τοίχους απόψε ντουφεκίζεται η ζωή.

Aνάμεσά μας ρίχναν οι άνθρωποι το μεγάλον ίσκιο τους.

Tι θα απογίνουμε, αγαπημένη;

…μια φέτα ψωμί που δε θα τη μοιραζόμαστε πως να την αγγίξω;

Πως θ’ άνοιγα μια πόρτα όταν δε θα ‘τανε για να σε συναντήσω

πως να διαβώ ένα κατώφλι αφού δε θα ‘ναι για να σε βρω.

Ήταν σα να ‘χε πεθάνει κι η τελευταία ανάμνηση πάνω στη γη.

Που είναι λοιπόν ένα χαμόγελο να μας βεβαιώσει πως υπάρχουμε…

…ένιωσες ξαφνικά ένα χέρι να ψαχουλεύει στο σκοτάδι

και να σφίγγει το δικό σου χέρι.


Kι ήταν σα να ‘χε γεννηθεί η πρώτη ελπίδα πάνω στη γη.

…έτσι λέει ο Hλίας: «εγώ θα βρω τον τρόπο να παίζω φυσαρμόνικα»

κι ας τού χουν κόψει και τα δυο του χέρια.


Kι έτσι κάθε βράδυ η λάμπα έσβηνε τη μέρα μας.

Kι όταν ήτανε να πεθάνουμε αυτοί μας μίλησαν για τη ζωή.

Tότε κι εμείς μπορέσαμε να πεθάνουμε.

Σ’ εύρισκα, αγαπημένη,

στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων.


Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου

είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου

αγαπημένη μου.


Mα και τι να πει κανείς

όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου

τόσο μεγάλα.


Ύστερα ερχόταν η βροχή.

Mα έγραφα σ’ όλα μας τα χνωτισμένα τζάμια τ’ όνομα σου

κι έτσι είχε ξαστεριά στη κάμαρά μας. Kράταγα τα χέρια σου

κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη. Tα μαλλιά σου είναι μαύρα όπως μια νύχτα,

στο στόμα σου ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη…


Όλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο, αγάπη μου

τότε που μου χαμογελούσες.

Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη τη ζωή.

Ήξερες να δίνεσαι, αγάπη μου. Δινόσουνα ολάκερη

και δεν κράταγες για τον εαυτό σου

παρά μόνο την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί.

Tο παιδί μας, Mαρία, θα πρέπει να μοιάζει με όλους τους

ανθρώπους

που δικαιώνουν τη ζωή.


Φοβούνται τον ουρανό που κοιτάζουμε

φοβούνται το πεζούλι που ακουμπάμε

φοβούνται το αδράχτι της μητέρας μας και το αλφαβητάρι του

παιδιού μας

φοβούνται τα χέρια σου, που ξέρουν ν’ αγκαλιάζουν τόσο τρυφερά…


Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα.

Kαι τότε

όλα τα βράδια κι όλα τα τραγούδια

θα ‘ναι δικά μας.

Θα ‘θελα να φωνάξω τ’ όνομά σου, αγάπη, μ’ όλη μου τη δύναμη.

Nα το φωνάξω τόσο δυνατά

που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο

καμιά ελπίδα πια να μην πεθάνει.

Aφού κάθε στιγμή οι άνθρωποι θα μας βρίσκουν

στο ήρεμο ψωμί,

στα δίκαια χέρια,

στην αιώνια ελπίδα,

πώς θα μπορούσαμε, αγαπημένη μου,

να ‘χουμε πεθάνει..

28/2/25

Κλίμα της απουσίας - Οδυσσέας Ελύτης

      Ι

 Όλα τα σύννεφα στη γη εξομολογήθηκαν

Τη θέση τους ένας καημός δικός μου επήρε

 

Κι όταν μες στα μαλλιά μου μελαγχόλησε

Το αμετανόητο χέρι

 

Δέθηκα σ᾿ έναν κόμπο λύπης.

21/2/25

Η επιθυμία - Οδυσσέας Ελύτης

 Η επιθυμία έχει μια πολύ ψηλή κορμοστασιά και στις παλάμες της καίει η απουσία.

Η επιθυμία γεννάει το δρόμο της όπου θέλει να περπατήσει. Φεύγει…

14/2/25

Έρωτας δι'αλληλογραφίας - Γιώργος Σεφέρης

 Σ’ αγαπώ (μου επιτρέπεις;) 

και τίποτα δε μπορεί να σταματήσει αυτή την αγάπη 

εκτός από σένα, 

και πάλι είναι ζήτημα.

Έρωτας δι' αλληλογραφίας, 

Γ. Σεφέρης, 

Γράμματα στη Μαρώ



7/2/25

Ἡ λυπημένη - Γιώργος Σεφέρης

 Στὴν πέτρα τῆς ὑπομονῆς

κάθισες πρὸς τὸ βράδυ
μὲ τοῦ ματιοῦ σου τὸ μαυράδι
δείχνοντας πὼς πονεῖς·

κι εἶχες στὰ χείλια τὴ γραμμὴ
ποὺ εἶναι γυμνὴ καὶ τρέμει
σὰν ἡ ψυχὴ γίνεται ἀνέμη
καὶ δέουνται οἱ λυγμοί·

κι εἶχες στὸ νοῦ σου τὸ σκοπὸ
ποὺ ξεκινᾶ τὸ δάκρυ
κι ἤσουν κορμὶ ποὺ ἀπὸ τὴν ἄκρη
γυρίζει στὸν καρπό·

μὰ τῆς καρδιᾶς σου ὁ σπαραγμὸς
δὲ βόγκηξε κι ἐγίνη
τὸ νόημα ποὺ στὸν κόσμο δίνει
ἔναστρος οὐρανός.

31/1/25

Ροτόντα - Χλόη Κουτσουμπέλη

 Ροτόντα

Μεσημέρι προς βράδυ.

Ψιχαλίζει μικρά πουλιά.

Δεν με αγγίζεις.


Είσαι ολόκληρος μέσα  μου.

24/1/25

Ο Λύκος - Χλόη Κουτσουμπέλη

 Τρώγαμε ήσυχα την σούπα μας

αυτός κι εγώ,

οι δυο μας, μόνοι.

Έξω χιόνι, μέσα σιωπή.

Ένα ρολόι ρυθμικά θάβει τον χρόνο.

Ξάφνου ακούγεται ουρλιαχτό

και έξω από το τζάμι

βλέπω να χάσκει

το στόμα ενός λύκου

σάλια και αίμα.

Πίσω από το γυαλί

ακούω την ανάσα να κοχλάζει

μυρίζω την λαχτάρα του.

Πριν ο άντρας προλάβει να αντιδράσει,

ένα προς ένα πετάω όλα μου τα ρούχα

την πόρτα ανοίγω

και αφήνομαι γυμνή 

να με ξεσκίσει.